Σελίδες

7 Φεβ 2013

Κι ο Δον Κιχώτης κουράστηκε να πολεμάει μόνος του…

by Antigoni...
Μουντό, χειμωνιάτικο απόγευμα με παρέα μια ζεστή κούπα καφέ κι ένα αναμμένο τσιγάρο… Κοιτάω αφηρημένα τα δαχτυλίδια του καπνού να αιωρούνται για λίγο στο οπτικό μου πεδίο και μετά να εξαφανίζονται, σαν να μην υπήρξαν ποτέ… Το μυαλό μου κάνει παράλογους συνειρμούς, όπως συνήθως άλλωστε. Αναρωτιέμαι πόσο μοιάζουν αυτά τα δαχτυλίδια καπνού με τη ζωή…
Ερχόμαστε, φεύγουμε και σε λίγο καιρό είναι σαν να μην υπήρξαμε κι εμείς ποτέ, σαν να μην βρεθήκαμε ποτέ εδώ… Και στο ενδιάμεσο, τι; Τι κάνουμε; Ζούμε; Κι αυτό τι σημαίνει; Ότι παλεύουμε; Πονάμε; Είμαστε ευτυχισμένοι; Κάνουμε ό,τι ονειρευτήκαμε; Προλαβαίνουμε άραγε; Αγαπιόμαστε; Αγαπάμε; Μισήσαμε; Μας μίσησαν; Περάσαμε αδιάφοροι; Πληγωθήκαμε; Πληγώσαμε; Ποια είναι η διαφορά; Αφού σε πολύ λίγο δεν θα έχει καμία σημασία… Θα έχουμε εξαφανιστεί. Σαν τον καπνό απ’ το τσιγάρο… Και τότε; Τι μένει; Γιατί όλο αυτό;
Ξέρω, ακούγομαι απαισιόδοξη. Κι όμως… Θεωρώ τον εαυτό μου αισιόδοξο άτομο. Μόνο που κάποιες φορές, όπως τώρα, νιώθω κουρασμένη… Τόσο πολύ κουρασμένη… Το παρελθόν και το παρόν μου λες κι είναι μια τεράστια πέτρα που προσπαθεί να με συνθλίψει. Θα μου πεις, το παρελθόν πάει, πέρασε. Το παρόν είναι τόσο εφήμερο, που κι αυτό θα περάσει πριν το καταλάβεις. Κοίτα το μέλλον! Το μέλλον; Αυτό κι αν φαίνεται τρομακτικό. Το φοβάμαι το μέλλον. Δεν έχει ελπίδες. Δεν έχει όνειρα. Δεν έχει προοπτική. Τι θα μπορούσε να αλλάξει άλλωστε; Η καθημερινότητά μου, η αίσθηση του ότι τίποτα δεν προχωράει, η εμπιστοσύνη στους ανθρώπους που κάθε μέρα χάνεται όλο και περισσότερο, τα όνειρα που δεν πραγματοποιούνται και κάθε μέρα φαίνονται όλο και πιο μακρινά; Τι μπορεί να αλλάξει;
Ο καφές κρυώνει, το τσιγάρο έχει σχεδόν καεί και τα μάτια δύσκολα συγκρατούν τα δάκρυα, που μπορεί να είναι και λυτρωτικά… Και ξαφνικά, όταν όλα μοιάζουν τόσο μάταια, τόσο ζοφερά, βλέπω δυο παιδικά ματάκια να με παρατηρούν… Νιώθω δυο μικροσκοπικά χεράκια να μ’ αγκαλιάζουν… Στ’ αυτιά μου αντηχούν τρεις μόνο λεξούλες: “Σ’ αγαπώ μανούλα”… Οι πιο όμορφες λέξεις του κόσμου…
Και μεμιάς ο κόσμος μου γεμίζει και πάλι φως, γεμίζει αρώματα και μουσικές… Νιώθω σαν ένας νέος Άτλαντας – έτοιμη να σηκώσω στους ώμους μου το βάρος όλου του κόσμου… Ναι, υπάρχει σκοπός. Υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει μέλλον. Υπάρχει δύναμη. Όλα κλεισμένα μέσα σ’ αυτά τα ματάκια, μέσα σ’ αυτές τις τρεις λεξούλες…
Δεν με νοιάζει που ο καφές μου κρύωσε… Δεν με νοιάζει που τελείωσε το τελευταίο μου τσιγάρο… Δεν νιώθω πια μόνη. Έχω κάποιον να πολεμήσω γι’ αυτόν, να πολεμήσω μ’ αυτόν, να με βοηθήσει να αλλάξω τον κόσμο μου. Τα χρειάζομαι αυτά τα μάτια, αυτά τα μικρά χέρια, τις χρειάζομαι αυτές τις τρεις μικρές λεξούλες… Τα χρειάζομαι για να νικήσω εμένα…
Άλλωστε κι ο Δον Κιχώτης κουράστηκε να πολεμάει μόνος του…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου